Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

Οι Ανυπόφοροι και η κατάρα του Αταχουάλπα

Είναι Σάββατο μεσημέρι, ο κόσμος μπαινοβγαίνει στα μαγαζιά, τα πουλάκια τιτιβίζουν κι εμείς καπνίζουμε στο μπαλκόνι ενός οδοντιατρείου άνετοι κι ωραίοι. Άνετοι στον οδοντίατρο; Ναι –αν ανήκεις στο συνεργείο του «Εδώ δεν υπάρχει Άσυλο» και είσαι εκεί για γύρισμα (κι όχι για σφράγισμα)! Ναι –αν είσαι ΑΝΥΠΟΦΟΡΟΣ γιατί οι τύποι αυτοί είναι παντού άνετοι!


Κουβεντιάζουμε για τα εισιτήρια της συναυλίας της 14ης Μαρτίου –θέλουμε όλοι να κρατήσουμε ένα αναμνηστικό αλλά τι αναμνηστικό να κρατήσεις απ΄αυτά τα καινούργια τα ηλεκτρονικά εισιτήρια! Σαν αποδείξεις πιτσαρίας είναι!

 Εντός του οδοντιατρείου επικρατεί αναστάτωση –ο Νίκος Χανιώτης στήνει τα φώτα, ο Γιάννης Αντύπας βιδώνει τα μικρόφωνά του κι ο Νίκος ο οδοντίατρος προσπαθεί να αντιμετωπίσει μια ορδή κανιβάλων που περιεργάζεται τα εργαλεία του και πατάει ότι κουμπί βρει πρόχειρο. Η Βάσω Καμαράτου (αν και δεν παίζει στη σκηνή) έχει έρθει μαζί με τη Βιργινία Κλαστάδα (η οποία παίζει), ο Μιχάλης Καφαντάρης δίνει οδηγίες, βάζει τον κόσμο να προβάρει ιατρικές μπλούζες και δερμάτινα μπουφάν –πανικός κι ομίχλη!

Ένα αξιοσημείωτο γεγονός: επιτέλους, μετά από τόσα γυρίσματα, αποκτήσαμε κλακέτα! Μέχρι τώρα κοπανάγαμε παλαμάκια –«το κάνουμε από άποψη», έλεγε ο Μιχάλης, αλλά και οι απόψεις έχουν τα όριά τους. Κι εμείς, ως συνεργείο, αποδεκατισμένοι ξανά –με τον ηρωικό Βασίλη Ζερβακάκη να ψήνεται στον πυρετό. Προχωράμε…

Οι συνεντεύξεις των Ανυπόφορων θα κινηματογραφηθούν στην οδοντιατρική καρέκλα. Έτσι το έχουμε σκεφτεί. Να βγει το στρίμωγμα, η ανασφάλεια μιας ολόκληρης εποχής. Ο Νίκος βάζει την κλασσική χάρτινη σαλιάρα στον πρώτο συνεντευξιαζόμενο, φοράει γάντια, μάσκα, βγάζει τροχούς, δρεπάνια, γρύλους, τανάλιες και στήνεται πάνω από τον Γιάννη Χαραλαμπίδη που περιμένει να απαντήσει στις ερωτήσεις μας. Ο ασθενής συνεντευξιαζόμενος είναι πλήρως συνεργάσιμος –του κάνουμε κάτι εξαγωγές (συμπερασμάτων) και τον αφήνουμε να φύγει.
Τη θέση του παίρνει ο Γιώργος Γλυνέλης. Σαλιάρα, τανάλιες, όλα κανονικά. Αυτός όμως είναι πλήρως προετοιμασμένος –αρχίζει να διηγείται ιστορίες με μια άνεση που μας ξενίζει. Δεν έχουμε συνηθίσει τέτοια πράγματα –στις συνεντεύξεις οι περισσότεροι κουμπώνονται, αλλά ο Γλυνέλης μάς παίρνει παραμάζωμα –πολύ αεράτος!
Σειρά του Στάθη Καλυβιώτη. Ο Στάθης, αν δεν το γνωρίζεις, κάνει εδώ και χρόνια μεγάλη καριέρα με την Κρίστη Στασινοπούλου –έχουν αυτό το σχήμα, τους Greekedelia και αλωνίζουν την υδρόγειο (στην Ελλάδα βέβαια τους ξέρουν λίγοι και εκλεκτοί –πού να μείνει χώρος από τους κάθε λογής αμανετζήδες της συφοράς…) Κι επειδή ο Στάθης ασχολείται τόσα χρόνια με το ethnic, όταν τον βάζουμε στην οδοντιατρική καρέκλα και πάει να μιλήσει, πλακώνουν από κάτω από το οδοντιατρείο κάτι Ινδιάνοι που παίζουν φλάουτο! Κι όχι απλά παίζουν, αλλά έχουν στήσει ολόκληρη ηχητική εγκατάσταση –μιλάει ο Στάθης κι από κάτω ακούγονται οι «Κόνδορες των Άνδεων» οι «Τροβαδούροι των Μάγιας» και οι «Γιοί του Αταχουάλπα» σε αγαστή συνεργασία!
«Δε γίνεται», λέει ο Αντύπας. «Δεν μπορώ να το κόψω με τίποτα –αν συνεχίσετε τη συνέντευξη θα έχετε υπόκρουση τα φλάουτα». Το γύρισμα σταματάει και ψάχνουμε λύση. Στην αίθουσα αναμονής του οδοντιατρείου περιμένουν οι ηθοποιοί με τους υπόλοιπους Ανυπόφορους. «Αυτό είναι όλο;» λέει η Βάσω Καμαράτου όταν μαθαίνει για το πρόβλημά μας. «Περιμένετε –θα πάω να καθαρίσω. Θα τους πω οτι έχω το παιδί μου άρρωστο». Και κατεβαίνει τις σκάλες, την παρακολουθούμε από το μπαλκόνι –πάει στους Ινδιάνους, μιλάνε, επιστρέφει -οι Ινδιάνοι σταματάνε τη μουσική! «Πώς το κατάφερες;» απορούμε. «Ε, αλίμονο τώρα! Χτεσινοί είμαστε;» γελάει η Βάσω.

Οι συνεντεύξεις στην οδοντιατρική καρέκλα ξαναρχίζουν, ο Στάθης τα λέει, έρχεται η σειρά του Γιώργου του Δαμέλλου και τότε χτυπάει το κουδούνι. «Ποιος είναι Σαββιατιάτικα!» απορεί ο Νίκος. Εγώ ξέρω ποιος είναι –έχουμε συνεννοηθεί από την προηγούμενη μέρα που επικοινώνησα μαζί του για να τον καλέσω στη συναυλία…
Σε λίγα λεπτά μπαίνει στο οδοντιατρείο ο Αργύρης ο Ζήλος –με το γνωστό ψύχραιμο στυλ του. «Γιατρέ, ήρθα να σε πληρώσω» λέει στο Νίκο –και γίνεται του Αργύρη εκεί μέσα! Καθόμαστε μαζί του στην αίθουσα αναμονής, οι δυο ηθοποιοί σύντομα κρέμονται από το στόμα του, εμφανίζεται ο Γλυνέλης ο οποίος κάπου τριγύρναγε, κάθεται δίπλα στο Ζήλο, ακούει την κουβέντα. «Συγνώμη», λέει σε κάποια φάση, «ποιος είναι ο κύριος;» «Ο Ζήλος», του λέω. Ο Γλυνέλης πετάγεται στον άερα! «Αργύρη –εσύ είσαι; Με θυμάσαι; Μου είχες πάρει συνέντευξη!» λέει κατασυγκινημένος.
Δεν είχε τύχει να ξαναβρεθώ τόσο κοντά με τον Ζήλο –όμως μπορώ να διακρίνω οτι ο άνθρωπος αυτός είναι χαρισματικός. «Θα έρθεις τελικά στη συναυλία;» τον ρωτάω. «Ξέρω ΄γω –έχω πρόβλημα με τη μέση», λέει. «Τι πρόβλημα;» «Κοίτα –υποφέρω από δισκοπάθεια στην κυριολεξία, επειδή τόσα χρόνια κουβάλαγα τσάντες με 10-12 κιλά δίσκους…»

Στην αίθουσα αναμονής ανοίγουν μπύρες κι ανάβουν τσιγάρα, ο Μιχάλης με τραβάει στην άκρη. «Δεν υπάρχει περίπτωση να μη μας μιλήσει ο Ζήλος!» απαιτεί. «Του το είπα απέξω-απέξω, νομίζω θα τον πείσουμε», μουρμουρίζω. Ξεκινάω λοιπόν να του εξηγώ για το ντοκυμαντέρ και στο τέλος ζητάω να του πάρουμε μια μικρή συνέντευξη. «Όχι συνέντευξη –θα πω αυτά που κουβεντιάζαμε εδώ πέρα προηγουμένως», λέει. «Άμα πεις αυτά θα είναι καλύτερα κι από συνέντευξη», απαντάω ανακουφισμένος. Γιατί, μεταξύ μας, δεν έχει περάσει καν από το μυαλό μου οτι εγώ μπορώ να κάνω ερωτήσεις στο Ζήλο!

Μέσα γυρίζουν τη σκηνή όπου οι ασθενείς Ανυπόφοροι ξαφνιάζονται βλέποντας οτι αντί για τον στοργικό οδοντίατρο σκύβει από πάνω τους η μοιραία Βιργινία Κλαστάδα –«το Marathon Man μού θυμίζει όλο αυτό!» λέει ο Γλυνέλης. Κι ο Δαμέλλος έχει έτοιμη την πρόταση, «άντε, κι αν θέλετε να το ξανακάνουμε το γύρισμα σε μια εικοσαετία να πάμε απέναντι, στον ουρολόγο».

Θέλω να πω κάτι που λίγοι είναι τόσο τυχεροί ώστε να έχουν την ατυχία να το γνωρίζουν –μια κινηματογράφηση συνέντευξης είναι επίπονη διαδικασία (γιατί ο αστάθμητος παράγοντας βγάζει συνέχεια τον συνεντευξιαζόμενο από τον ειρμό του) αλλά η κινηματογράφηση μιας σκηνής μυθοπλασίας είναι η κόλαση η ίδια. Εκεί ο αστάθμητος παράγοντας κάνει πάρτυ κι έχει καλεσμένους όλους τους φίλους του –το τρακ, το σαρδάμ, τη λάθος κίνηση, την αμηχανία, τους ουρανοκατέβατους που χαλάνε το πλάνο… Κι ο Μιχάλης είναι ο σκηνοθέτης που κρατάει πάντα κάβα –σε κάθε σκηνή του. Τη γυρίζει μια, δυο, τρεις φορές –τη γυρίζει με τον έναν, με τον άλλο και με τον παράλλο… Γιατί θέλει, την ώρα του μοντάζ, να έχει υλικό, πολύ υλικό.
 Όσο λοιπόν γυρίζεται η σκηνή με τους Ανυπόφορους και τη Βιργινία ο Αργύρης Ζήλος περιμένει υπομονετικά. Ακούει και ξανακούει το Γιώργο, το Στάθη, το Γιάννη και τον άλλο Γιώργο να επαναλαμβάνουν σε διάφορους τόνους: «ποια είσαι εσύ; πού πήγε ο γιατρός;» Κι όταν ολοκληρώνεται η σκηνή και έρχεται η σειρά του λέει στον Μιχάλη: «πάντως, θα πρέπει να παρατηρήσω οτι δεν θα καθυστερούσαμε τόσο πολύ αν είχε κάτσει ο γιατρός στη θέση του!» Πέφτει τρελό γέλιο και μετά ο Μιχάλης κουβεντιάζει μαζί του τη σκηνή –δεν χρειάζονται πολλά πράγματα… Ο Ζήλος μπαίνει, λέει τις ατάκες του (έχει ζητήσει να μην είναι αυτός στην οδοντιατρική καρέκλα αλλά η Βιργινία –πράγμα που το δεχόμαστε με χαρά γιατί μας βολεύει και ως συμβολισμός!) αναγκάζεται να σταματήσει και να το ξαναπάει από την αρχή γιατί πρέπει να αλλάξουμε κάρτα στην κάμερα, κανένα πρόβλημα –το ξαναπηγαίνει ίδια κι απαράλλαχτα! Ο άνθρωπος είναι χαρισματικός –το ξανάπα νομίζω….

«Ωραία, λοιπόν!» λέει ο Μιχάλης στους Ανυπόφορους. «Τώρα που είσαστε ψόφιοι στην κούραση, τώρα που σας έχουμε σπάσει τα νεύρα και μας μισείτε αφόρητα –πάμε να κάνουμε κι ένα τελευταίο, χαλαρό, γύρισμα στην αίθουσα αναμονής!»
Θέλω να πω εδώ πέρα, δυο κουβέντες για τους Ανυπόφορους… Αν μου ζητούσε κανένας να περιγράψω τη φυσιογνωμία ενός garage συγκροτήματος του ’80 θα του έλεγα: «κοίτα αυτούς τους τύπους και θα καταλάβεις». Τέσσερα παιδιά (πανάθεμά τους –όντως παιδιά παραμένουν) έτοιμα για χαβαλέ, γεμάτα συναίσθημα και ενέργεια. Γι΄αυτούς τίποτα δεν είναι βαρυσήμαντο, βαρύγδουπο, σπουδαίο… Όλα είναι απλά και λύνονται με δυο κουβέντες. Τόσες χρειάστηκαν για να κανονίσω τη συμμετοχή τους στη συναυλία με τον Χαραλαμπίδη, τόσες χρειάστηκαν για να ανακαλύψω οτι με το Δαμέλλο έχουμε ένα κάρο κοινά σημεία, τόσες χρειάστηκαν για να αρχίσει να μου διηγείται τις ιστορίες του ο Γλυνέλης και με τόσες τεκμηριώνει τις θέσεις του ο Καλυβιώτης. Απλοί, ξεκάθαροι –αυτοί οι άνθρωποι είναι ότι ακριβώς θα ευχόσουν να έχεις για γείτονες.

Και το αποδεικνύουν στο «χαλαρό» γύρισμα όπου πέφτει τρομερό γέλιο –κάποια στιγμή τους γράφουμε χωρίς να το έχουν πάρει χαμπάρι όταν αρχίζουν να θυμούνται παλιές, αστείες ιστορίες και κρατιόμαστε με το ζόρι να μην γαμηθούμε στα γέλια και καταστρέψουμε το πλάνο.

Έχουμε κλείσει οχτάωρο μέσα στο οδοντιατρείο κι αναλαμβάνω για μια ακόμα φορά να βγάλω το φίδι από την τρύπα: «μαζέψτε εσείς τα πράγματα –πάω εγώ με τα παιδιά και τον Αργύρη για κάνα κρασάκι», λέω στο Μιχάλη, το Νίκο και το Γιάννη. Με χτυπάνε (όχι και τόσο) φιλικά στην πλάτη αναγνωρίζοντας οτι αναλαμβάνω για μια ακόμα φορά το τιτάνιο έργο της επιλογής μαγαζιού και της εξέτασης των εδεσμάτων –θυσία γίνομαι, αλλά είμαι τέτοιος άνθρωπος…

Αράζουμε σε ένα ταβερνείο, κατεβάζουμε ένα σκασμό κρασί, μιλάμε με το Στάθη, το Γιάννη, τη Βιργινία, τη Βάσω κι ακούμε τον Αργύρη –διαφωνούμε, συμφωνούμε, κοροϊδεύουμε, κοροϊδευόμαστε… Οι υπόλοιποι δεν καταφέρνουν να έρθουν –έχουν γίνει κουρέλια από το γύρισμα. Ο Νίκος ο οδοντίατρος έχει πάει στο σπίτι του για ανασύνταξη δυνάμεων –μας τηλεφωνεί κάποια στιγμή για να δει πόση ώρα θα κάτσουμε ακόμα, ανακαλύπτω οτι με το ζόρι μπορώ να βάλω δυο κουβέντες στη σειρά –πόσο κρασί έχω κατεβάσει; «Θα φύγουμε μάλλον», του λέω. Το «μάλλον» πάει στο κατά πόσο θα καταφέρουμε να βρούμε το αυτοκίνητό μας πριν σωριαστούμε σε καμιά γωνιά ημιλιπόθυμοι.

Όσο είμαστε ακόμα στην ταβέρνα, μου στέλνει ο Νίκος κάποιες φωτογραφίες που τράβηξε ως παπαράτσι στο γύρισμα –χαμογελάω. Σκέφτομαι οτι κάποια στιγμή θα καθίσω μπροστά στο πληκτρολόγιο και θα επιχειρήσω να περιγράψω αυτό το γύρισμα αρχίζοντας με κάτι του τύπου: Είναι Σάββατο μεσημέρι, ο κόσμος μπαινοβγαίνει στα μαγαζιά, τα πουλάκια τιτιβίζουν κι εμείς….

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

ΠΡΟΣ ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΟΥ ΓΡΑΦΟΝΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ: Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΙΝΔΙΑΝΟΥΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΦΑΝΤΑΣΙΑ! ΣΤΑ ΑΛΗΘΕΙΑ ΗΤΑΝ ΕΚΕΙ ΚΑΙ ΠΑΙΖΑΝ!!! ΣΤΑ ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΗΓΕ Η ΒΑΣΩ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΙΣΕ! ΠΟΣΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ ΝΑ ΜΑΖΕΥΤΟΥΝ ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΙΝΔΙΑΝΟΙ (ΝΟΤΙΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ) ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΙΖΟΥΝ ΕΘΝΙΚ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ Ο ΣΤΑΘΗΣ ΘΑ ΜΙΛΟΥΣΕ? Ε? ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΟΛΥ CREEPY ΣΥΜΠΤΩΣΗ, ΑΛΛΑ ΑΠΟΛΥΤΑ ΑΛΗΘΙΝΗ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ Η ΚΑΘΕ ΑΛΛΗ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΤΑΙ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ. ΤΟ ΞΕΡΩ ΓΙΑΤΙ ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΚΟΥΡΑΣΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑ ΠΑΝΕΜΟΡΦΕΣ ΩΡΕΣ... ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΛΗΝΕΛΗΣ.

The Motorcycle boy είπε...

Είναι αυτές οι φορές που η φαντασία φαίνεται πεζή μπροστά στην πραγματικότητα. Και μιλάω για ΟΛΟ το γύρισμα!

Σε ευχαριστούμε που ήσουν μαζί μας Γιώργο.

Δημοσίευση σχολίου

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More

 
Design by Free WordPress Themes | Background by Toolbox | Bloggerized by Lasantha - Premium Blogger Themes | Enterprise Project Management